κάτειμι

κάτειμι
κάτειμι (AM)
έλκω την καταγωγή, κατάγομαι
αρχ.
1. πορεύομαι προς τα κάτω, κατέρχομαι, κατεβαίνω (α. «ὁ μὲν ποταμόνδε κατήϊεν», Ομ. Οδ.
β. «ἡ δ' οὖν γυνὴ κάτεισιν εἰς Ἅιδου δόμους», Ευρ.)
2. καταπλέω τον Νείλο, ταξιδεύω («κατιέναι εἰς Ἀλεξάνδρειαν»)
3. (για ποταμό) κατέρχομαι, ρέω προς τα κάτω («ποταμὸς πεδιόνδε κάτεισιν χεμάρρους κατ' ὄρεσφιν», Ομ. Ιλ.)
4. (για άνεμο) πνέω ορμητικά («ἀνέμου δὲ κατιόντος μεγάλου», Θουκ.)
5. επανέρχομαι, επιστρέφω (α. «τὸν μὲν ἐγὼ κατιόντα βάλον χαλκήρεϊ δουρὶ ἀγρόθεν», Ομ. Οδ.
β. «φυγὰς δ' ἀλήτης τῆσδε γῆς ἀπόξενος κάτεισιν», Αισχύλ.)
6. (για εισόδημα) εισπράττομαι
7. υποβιβάζω τον εαυτό μου, ταπεινώνομαι («είς τοσοῡτον κάτεισι, ώς καὶ τῶν τοῡ θανάτου λῡσαι δεσμῶν» — ταπεινώθηκε τόσο [ο Χριστός] ώστε να μάς ελευθερώσει με τη σταύρωσή του από τα δεσμά τού θανάτου, Ευσ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)-* + εἶμι «πορεύομαι, πηγαίνω»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • κάτειμι — ibo pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατιόν — κάτειμι ibo pres part act masc voc sg κάτειμι ibo pres part act neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατιόντα — κάτειμι ibo pres part act masc acc sg κάτειμι ibo pres part act neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατιόντων — κάτειμι ibo pres imperat act 3rd pl κάτειμι ibo pres part act masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατῄειν — κάτειμι ibo imperf ind act 1st sg κάτειμι ibo imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατῇεν — κάτειμι ibo imperf ind act 3rd pl (epic doric aeolic) κάτειμι ibo imperf ind act 3rd sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατιουσῶν — κάτειμι ibo pres part act fem gen pl (attic epic doric ionic) κατίζω place among the stars fut part act fem gen pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατιοῦσα — κάτειμι ibo pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic) κατίζω place among the stars fut part act fem nom/voc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατιοῦσαι — κάτειμι ibo pres part act fem nom/voc pl (attic epic doric ionic) κατίζω place among the stars fut part act fem nom/voc pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατιοῦσαν — κάτειμι ibo pres part act fem acc sg (attic epic doric ionic) κατίζω place among the stars fut part act fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”